επωδα

επωδα
    ἐπῳδά
    τά (sc. ἔπη) эподы, ямбические двустишия Plut.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "επωδα" в других словарях:

  • ἐπῳδά — ἐπῳδά̱ , ἐπῳδή song sung to fem nom/voc/acc dual ἐπῳδά̱ , ἐπῳδή song sung to fem nom/voc sg (doric aeolic) ἐπῳδός singing to neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπῳδάς — ἐπῳδά̱ς , ἐπῳδή song sung to fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επωδός — Ο όρος στην αρχαία χορική ποίηση σήμαινε την τελευταία περίοδο της τριάδας (στροφή, αντιστροφή, ε.), την οποία οι ηθοποιοί τραγουδούσαν όρθιοι. Στην κλασική μετρική, ε. ονομάστηκε ο δεύτερος και πιο σύντομος στίχος της δίστιχης στροφής και ύστερα …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»